Monday, June 24, 2013

Οι τρελάρες - Η αρχή (μέρος Β')

(Το Α' Μέρος εδώ)


- «Τον ξέρετε; Τον έχετε δει να βγάζει βόλτα τον σκύλο του;»

- «Όχι»

- «Πρόκειται για έναν πολύ αδύνατο και μυστικοπαθή άνθρωπο που κοιτάει όλο τον κόσμο περίεργα. Ώρες ώρες νομίζω ότι είναι το κτήνος που καθοδηγεί τον άνθρωπο και όχι το αντίθετο. Όλοι τον αποφεύγουν. Απορώ πως καταφέρνει και συγκρατεί αυτό το θηρίο. Βέβαια οι φήμες...»

- «Μα ποιές φήμες κύριε;»

- «Οι φήμες λένε ότι πρόσφατα αμόλησε επίτηδες τον σκύλο εναντίον μιας γριάς που δεν τη συμπαθούσε»

- «Τι εννοείτε πως δεν τη συμπαθούσε; Ποιός;»

- «Και οι δύο. Και ο ιδιοκτήτης και ο σκύλος»

- «Και πως είστε σίγουρος;»

- «Για τον μεν ιδιοκτήτη είμαι σίγουρος επειδή αμόλησε τον σκύλο και για τον δε σκύλο είμαι σίγουρος επειδή την δάγκωσε τελικά την άτυχη γριά. Και αυτά δεν είναι φήμες. Για την ακρίβεια, εκείνη η ανυπεράσπιστη γριά ήταν το τρίτο θύμα»

- «Μα..»

- «Μα ναι, ακριβώς! Ορθώς καταλάβατε. Πρόκειται για μια τραγική δικαστική πλάνη. Αυτό προσπαθώ να σας εξηγήσω τόση ώρα και συγχωρέστε την περιστασιακή ειρωνεία μου»

Ο γιατρός στήριξε το πηγούνι του στα δάκτυλά του και κοίταξε καλά τον άνδρα με το κόκκινο μούσι: - «Αυτά δεν αλλάζουν το γεγονός ότι πυροβολήσατε τον σκύλο»

- «Μα τι λέτε; Δεν ακούτε; Συγκεντρωθείτε σας παρακαλώ. Βρισκόμουν σε καθεστώς νόμιμης αυτοάμυνας»

- «Έναντι ποιου;»

- «Και των δύο»

- «Μα αυτοί περπατούσαν στον δρόμο και'σείς ήσασταν στη βεράντα σας»

- «Δύο μέρη που απέχουν ελάχιστα το ένα από το άλλο. Ακούστε γιατρέ... αυτός ο άνθρωπός και ο σκύλος του αποτελούν μια συμμορία που τρομοκρατεί αθώους πολίτες που κοιτάνε τη δουλεία τους στην βεράντα τους»

- «Και την καραμπίνα γιατί την είχατε μαζί σας στη βεράντα;»

- «Μα ακόμα δεν με πιστεύετε; Γιατρέ συγκεντρωθείτε. Κάπως πρέπει να προστατευτούμε κι εμείς οι φιλήσυχοι πολίτες από τους βεβαιωμένα επικίνδυνους γείτονες με τους βεβαιωμένα επικίνδυνους σκύλους»

Ο γιατρός έξυσε το κεφάλι του, ήπιε μια γουλιά νερό και έσμιξε τα φρύδια του:
 - «Μα τι εννοείτε ''τους βεβαιωμένα'';»

- «Μα δεν με ακούτε τόση ώρα; Αυτός ο άνθρωπος είναι βεβαιωμένα τρελός. Με χαρτί γιατρού. Και έχει ήδη επιτεθεί σε τρείς ανθρώπους. Και αυτά ο δικαστής τα γνωρίζει»

- «Και γιατί δεν του τα είπατε στο δικαστήριο και σας έστειλε εδώ;»

- «Προσπάθησα αλλά θέλησε να κλείσει γρήγορα την υπόθεση. Υποψιάζομαι για να αποφύγει τη λογοδιάρροια μου, ή [το πιθανότερο] γιατί είχε σημαντικότερες υποθέσεις να δικάσει»

Ο γιατρός σηκώθηκε από την πολυθρόνα του, έκανε μια βόλτα πίσω από το γραφείο του και ξανακάθισε:
- «Και σας φόρτωσε σε εμένα;»

- «Μάλλον υπέθεσε ότι εξαιτίας της φιλίας σας δεν θα τον παρεξηγούσατε. Κάπου πρέπει να έχουν και οι δικαστές για να παραπέμπουν»

- «Και τι είμαι εγώ;»

- «Εσείς είστε ο ψυχίατρος, εμένα ρωτάτε;»

- «Αφήστε τ'αστεία κύριε. Αυτή η φάρσα δεν θα μείνει αναπάντητη»
είπε τσαντισμένα ο γιατρός ανεβάζοντας τον τόνο της φωνής του.

- «Δεν νομίζω ότι μπορείτε να τα βάλετε με τον δικαστή»
είπε με έντονη και δουλοπρεπή σιγουριά ο άνδρας με το κόκκινο μούσι.

- «Σοβαρά; Εσείς δεν μου εξηγούσατε προ λίγου ότι είναι θεότρελος και επικίνδυνος;»

- «Αν ανοίξετε την υπόθεση θα σας πάρει και σας η μπάλα που είστε φίλος του»

- «Μπορώ να ισχυριστώ ότι διενεργούσα αυτόκλητη ψυχιατρική έρευνα»

- «Δεν ξέρω αν αυτό επιτρέπεται. Σιγουρα ο δικαστής θα μπορούσε να υπερασπιστεί τον εαυτό του απέναντι σε ένα τόσο σαθρό επιχείρημα»

- «Όχι αν μπορέσω να αποδείξω ότι είναι τρελός, η έστω ανεπαρκής»

- «Κι αν ο δικαστής ζητήσει ψυχιατρική πραγματογνωμοσύνη και για εσας;»

- «Αν θέλει πόλεμο θα τον έχει!»

- «Ό, τι πείτε. Εγώ πάντως, μπορώ να φύγω;»

- «Ναι, Ναι, να φύγετε. Έχω να κάνω βέβαια πρώτα μερικά τηλεφωνήματα για να επιβεβαιώσω την ιστορία σας»

Ο άνδρας τον σταμάτησε κρατώντας του το χέρι πάνω στο τηλέφωνο.
 - «Πάντως δεν νομίζω ότι είναι καλή ιδέα να χαλάσετε τώρα την φιλία σας με τον δικαστή»

- «Το έχει παρακάνει. Δεν είναι μόνο αυτό. Έχει κάνει κι άλλα. Κάποιος πρέπει να του κόψει την φόρα. Εγώ είμαι επιστήμονας άνθρωπος. Δεν ανέχομαι να μου συμπεριφέρονται έτσι»

- «Νομίζω ότι υπάρχουν σημαντικότερα θέματα;»

- «Τι εννοείτε;»

- «Κυκλοφορεί ακόμα έξω αυτός ο τρελός γείτονας»

- «Ναι, αλλά χάρις σε σας δίχως τον σκύλο του»
απάντησε βιαστικά ο γιατρός και προσπάθησε να σηκώσει το ακουστικό, όμως ο άνδρας δεν τον άφησε.

- «Θα μπορούσε να βρει και να εκπαιδεύσει κάποιον άλλον σκύλο»

- «Αναρωτιέμαι τι έχει κάνει ο δικαστής γι'αυτήν την υπόθεση»
ρώτησε ο γιατρός απομακρύνοντας το χέρι του από το ακουστικό.

 - «Προφανώς είχε σημαντικότερες υποθέσεις να δικάσει...»

- «Τα πράγματα είναι πιο σοβαρά άπ'ό, τι δείχνουν αγαπητέ φίλε»

- «Σας τα έλεγα εγώ! Υπογράψτε τώρα το χαρτί που λέει ότι είμαι απολύτως υγιής για να το πάω στο δικαστήριο και να ξεμπερδεύω»

- «Ναι, ναι, μισό λεπτό μόνο να καλέσω την γραμματέα μου»

- «Μα είναι απαραίτητο;»

- «Ναι»

- «Κυρία Μ. , ελάτε μέσα παρακαλώ»

- «Με ζητήσατε;»

- «Ναι, θε. . Βιαστική σας βλέπω. Έχετε κάπου να πάτε;»

- «Ναι, σχολάω σε λίγο και πρέπει να παρευρεθώ σε μια κηδεία»

- «Ποιός απεβίωσε;»

- «Ο σκύλος του Κύριου Ν.»

- «Πως; Έχετε σχέσεις με αυτόν τον επικίνδυνο άνθρωπο;»

Ο άνδρας με το κόκκινο μούσι κούνησε απογοητευμένος το κεφάλι του αλλά δεν θέλησε να τους διακόψει.

 - «Ναι, έχω. γιατί;»

- «Τι γιατί; Ε λοιπόν υπάρχει σοβαρό θέμα σε αυτή την πόλη»

- «Τι εννοείτε γιατρέ;»
ρώτησε αθώα η λυπημένη μεσήλικη γραμματέας με το μαύρο ταγέρ

- «Το ξέρετε ότι ο φίλος σας, με ευθύνη του ανεκδιήγητου δικαστή, κυκλοφορεί στην πόλη με έναν λυσσασμένο σκύλο τον οποίο αμολά σε όποιον δεν συμπαθεί;»

- «Όχι πία»
είπε κορδωμένα και χαμογελαστά ο τύπος με το πράσινο καπελάκι και το κόκκινο μούσι εισπράττοντας ένα ακαριαίο βλέμμα αποδοκιμασίας και απέχθειας από την γραμματέα.

- «Που βρίσκεται αυτός ο άνθρωπος τώρα;»
επενέβη δυναμικά ο γιατρός με το θάρρος που έχουν τα αφεντικά.

- «Στο πέτ σόπ»
είπε η γραμματέας απλά.

 - «Και τι κάνει εκεί;»

- «Αγοράζει σκύλο»

Ο γιατρός πετάχτηκε από την πολυθρόνα του:
- «Κυρία Μ., τηλεφωνείστε αμέσως στον αρχηγό της αστυνομίας»

- «Δεν είναι στο γραφείο. Του τηλεφώνησα πριν από λίγο για μια άλλη δουλειά»

- «Και που είναι; Σας είπαν από το γραφείο του;»

- «Είναι στο εστιατόριο και γευματίζει με τον δικαστή»

- «Πως; ; ; Μα τι στο διάολο συμβαίνει σε αυτό το Μπουρδέλο;»

- «Τελείωσε νωρίς σήμερα από το δικαστήριο»
είπε ήρεμα η γραμματέας.

 - «Αφού είχε πολλές και σημαντικές υποθέσεις να δικάσει»

- «Ο κύριος εδώ ήταν ο πρώτος και ο τελευταίος»

- «Ε λοιπόν πρόκειται περί ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ! ! ! Είμαστε αντιμέτωποι με μια εσωτερική υπονόμευση της έννομης τάξης! ! !»
φώναξε ο γιατρός ανεμίζοντας το χέρι του.

- «Εγώ παρόλα αυτά, μπορώ να φύγω;»
ρώτησε ατάραχα η γραμματέας.

- «Τρελαθήκατε; Δεν ακούτε τι σας λέω; Σας απαγορεύω να πάτε στην κηδεία του σκύλου αυτού του επικίνδυνου ανθρώπου. Κινδυνεύει η ζωής σας!»

- «Δεν κινδυνεύω καθόλου. Με τον Κύριο Ν. είμαστε πολύ καλοί φίλοι»

- «Α Ναι; Από πότε;»

- «Από πολύ παλιά. Από τότε που γνωριστήκαμε»

- «Έχετε κάνει ποτέ ψυχιατρικές εξετάσεις;»

- «Όχι»

- «Κακώς! Πολύ κακώς...»

- «Εγώ πάντως γιατρέ», είπε συνωμοτικά ο κοκκινομουσάτος,  «μπορώ να σας δανείσω την καραμπίνα μου αν ανησυχείτε»

- «Αρκετά! Θα τηλεφωνήσω αμέσως στον δήμαρχο»
είπε ο γιατρός και πήγε να πιάσει το τηλέφωνο.

- «Είναι και αυτός στο γεύμα με τον δικαστή και τον αρχηγό της αστυνομίας»
είπε η γραμματέας διεκπεραιωτικά.

- «Θεέ και κύριε!»

- «Εγώ γιατρέ σας το είπα πως είναι όλοι θεότρελοι εδω πέρα»

- «Αγαπητέ φίλε», είπε ο γιατρός με ένα μάτι που γυάλιζε, «είμαστε η τελευταία ελπίδα αυτής της πόλης πριν παραδοθεί οριστικά στο χάος των τρελών και των σκύλων τους»

- «Ας μην υπερβάλλουμε, το θέμα με τους αγρότες και τους μανάβηδες είναι σημαντικότερο»

- «Μα τι λέτε; Ο πολιτισμός όπως τον ξέραμε καταρρέει. Η εξουσία έχει πέσει στα χέρια επικίνδυνών τρελών!»

- «Παλαιότερα τα πράγματα ήταν χειρότερα»

- «Δυσκολεύομαι να το πιστέψω»

- «Να το πιστέψετε. Ο επικίνδυνος ψυχασθενής με τον σκύλο είναι ο πρώην δήμαρχος της πόλης»

Ο γιατρός γούρλωσε τα μάτια κι έκατσε στην πολυθρόνα του κατακουρασμένος:
- «Ψηφίστηκε για δήμαρχος αυτός ο άνθρωπος;»
ρώτησε με ένα απόκοσμο χαμόγελο ο γιατρός.

- «Εκείνο τον καιρό αισθανόταν μια χαρά»
επαναστάτησε ψύχραιμα η γραμματέας.

- «Ναι», συμφώνησε ο άνδρας με το κόκκινο μούσι. «Άρχισε να γίνεται πολύ επικίνδυνος έπειτα από την, προ οχταετίας, εκλογική του ήττα από τον νυν δήμαρχο»

- «Κι εσείς κύριε γιατί δεν μ'ενημερώσατε από την αρχή χωρίς περιστροφές για αυτές τις τρομερές περιστάσεις;»

- «Μα έπρεπε να διαπιστώσω αν ανήκετε στην κατηγορία των προηγούμενων. Διότι όλοι αυτοί, καίτοι θεότρελοι, δεν το αναγνωρίζουν»

- «Και ο καινούριος εισαγγελέας;»

- «Τι;»

- «Γιατί δεν κάνει κάτι;»

- «Τι να κάνει; Είναι καινούριος όπως και εσείς κι έχει άγνοια για το που έχει μπλέξει. Κάποιος πρέπει να του ανοίξει τα μάτια τα μάτια»

- «Πρέπει να δημιουργήσουμε μια συμμαχία, μια επιτροπή σωτηρίας. Και να επικοινωνήσουμε με το υπουργείο. Το ταχύτερο δυνατόν-πριν αυτοί οι ηλίθιοι γεμίσουν την πόλη με αποκαΐδια και συντρίμμια. Και φυσικά... πρέπει ν'απομακρύνουμε το συντομότερο από τους δρόμους αυτόν τον επικίνδυνο ψυχασθενή που προσπάθησε να σας επιτεθεί. Ποιός ξέρει τι να ετοιμάζει μέσα στο ταραγμένο του μυαλό;»

- «Εγώ πάντως μπορώ να φύγω;»
ρώτησε η γραμματέας.

- «Να φύγετε και να πάτε όπου θέλετε»
απάντησε χαιρέκακα και κάπως κοφτά ο γιατρός. Μόλις η γυναίκα αποχώρησε άπ'το γραφείο, ο άνδρας με το κόκκινο μούσι έγειρε προς το μέρος του γιατρού:

- «Δεν νομίζω πως είναι καλή ιδέα να τα βάλετε με τον πρώην δήμαρχο...»

- «Γιατί;»

- «Διότι κατά την αποχώρηση του από το δημαρχείο πήρε μαζί του και όλους τους φακέλους με τα βρόμικα μυστικά της πόλης»

- «Εγώ δεν έχω τέτοια»

- «Δεν με παρακολουθείτε γιατρέ. Εσείς μπορεί να μην έχετε τέτοια μυστικά, έχει όμως η πόλη στην οποία ατυχήσατε να βρεθείτε. Ακούστε πως έχει το πράγμα... όλοι ανέχονται τις τρέλες του πρώην δημάρχου γιατί φοβούνται τις αποκαλύψεις του. Κι έχουν γίνει εδώ πράγματα τα οποία αν ποτέ αποκαλυφθούν... δεν θα μείνει ούτε κολυμπηθρόξυλο... Τον αφήνουν να περιφέρεται σαν ένα εκδικητικό φάντασμα από τα παλιά και να τους τιμωρεί με αυτές τις οιονεί ανθρωποθυσίες του. Είναι το αντάλλαγμα που πληρώνει η πόλη για την σιωπή του και την ματαιοδοξία του. Αν γνώριζαν που έχει κρύψει τα ντοκουμέντα, θα τον είχαν ήδη κλειδώσει στο ψυχιατρείο»

- «Εσείς γιατί τον αντιμετωπίσατε;»

- «Δεν τον ψήφισα ποτέ αυτόν τον ηλίθιο. Και το ξέρει. Επιπλέον, έχω διαμηνύσει σε όλους ότι τους θεωρώ θεότρελους»

- «Ακόμα δεν κατάλαβα καλά γιατί ο δικαστής σας παρέπεμψε σε εμένα;»

- «Μα για τα μάτια του κόσμου γιατρέ. Για να μην ανατραπούν οι γραφειοκρατικές και τυπικές συμβάσεις. Ίσως και να ήλπιζε ότι θα με βγάζατε τρελό και θα με κλειδώνατε σε κάποιο μπουντρούμι. Αυτός βλέπετε δεν θα μπορούσε να το κάνει. Έχω και εγώ μερικά ντοκουμέντα, ξέρετε... για ασφάλεια. Ίσως πάλι να ήθελε να μάθετε επιτέλους την αλήθεια για να μπείτε και σεις στην ομάδα τρέλας τους. Φαντάζομαι ότι τα ίδια συζητάνε και με τον καινούριο εισαγγελέα τώρα»

- «Δηλαδή εσείς τι προτείνετε να κάνουμε;»

- «Εγώ στη θέση σας θα την κοπανούσα. Δεν μπορείτε να αλλάξετε τα κακώς κείμενα όταν κανείς δεν το επιθυμεί»

- «Μου περιγράφετε μια πολύ νοσηρή κατάσταση»

- «Εγώ θα επιμείνω πως το θέμα με τους μανάβηδες και τους βιομήχανους είναι σημαντικότερο»

Ο γιατρός στριφογύρισε στην πολυθρόνα του:
- «Εσείς κύριε γιατί δεν φεύγετε;»

- «Που να πάω; Εδώ γεννήθηκα και μεγάλωσα. Εδώ έχω το σπίτι μου και την δουλεία μου. Εσείς είστε που έχετε επιλογές»

- «Μα πως αντέχετε να ζείτε εδώ;»

- «Δεν με πολυ ενοχλούν πια»

- «Και το περιστατικό γιατί συνέβη τότε;»

- «Ο τρελάρας ο πρώην δήμαρχος ήθελε να με δοκιμάσει. Ήθελε να δει αν μπορούσε να με εντάξει κι εμένα στον σαδομαζοχιστικό κύκλο της θυσίας. Τι λέτε; Ωραία δεν του το ξέκοψα; Μπάμ και κάτω, που λέει ο λόγος, χόχόχό»

- «Μα δεν φοβάστε τα αντίποινα;»

- «Όχι. Νομίζω πως με τον πρώην δήμαρχο συνεννοηθήκαμε περίφημα, χόχόχόχό. Για τους άλλους ανησυχώ. Ο δικαστής έδειξε τα δόντια του στέλνοντας με σε σας που είστε καινούριος και ήταν αδύνατον να γνωρίζατε όλο αυτό το παρασκήνιο»

- «Με ποιο σκοπό;»

- «Σας είπα προηγουμένως. Ίσως κιόλας να ήθελε να με ταλαιπωρήσει λίγο. Να μην το ξανακάνω»

- «Κι αν πρώην δήμαρχος αποφασίσει να σας ξανά επιτεθεί;»

- «Γι' αυτό σας είπα ότι σημάδευα τον ίδιο αυτή τη φορά και όχι τον σκύλο του. Είμαι σίγουρος ότι το κατάλαβε. Αγαπητέ γιατρέ, σας έκαναν ερήμην σας όργανο της συνωμοσίας τους»

Ο γιατρός σηκώθηκε και κοίταξε την πόλη άπ'το παράθυρο:
- «Για εμένα όλα αυτά συνιστούν σοβαρό λόγο για να σηκωθώ και να φύγω»

- «Φανταστείτε να γνωρίζατε και όλη την αλήθεια»

- «Μα τι άλλο μπορεί να συμβαίνει;»

- «Ο προηγούμενος ψυχίατρος...»

- «Τί;»

- «Αγνοείται»

- «Τι σημαίνει αυτό;»

- «Εξαφανίστηκε πριν από τέσσερις εβδομάδες. Την τελευταία φορά που τον είδαν ήταν έξω από το σπίτι του νυν δημάρχου»

- «Ποιός τον είδε;»

- «Εγώ. Τον είδαν και άλλοι όμως δεν είναι διατεθειμένοι να μιλήσουν. Σε ποιον άλλωστε θα μπορούσαν να μιλήσουν;»

- «Εσείς τι λέτε ότι συνέβη;»

- «Είμαι βέβαιος πως τον σκότωσαν κι εξαφάνισαν το πτώμα του. Ίσως να τον έχουν θάψει στην αυλή του δημάρχου. Του νύν...»

- «Πως; ; ; Εντάξει... ας μην το παρακάνουμε κύριε.»

- «Ούτε αστειεύομαι, ούτε υπερβάλλω. Ο νυν δήμαρχος κι ο δικαστής έσκαβαν στην αυλή εκείνη τη μέρα. Κι επιπλέον...»

- «Τι;»

- «Η γραμματέας σας...»

- «Τι;»

- «Είναι η σύζυγος του πρώην δημάρχου»

- «Πως; ; ;»

- «Ναι. Ο προηγούμενος ψυχίατρος έκανε το λάθος να της μιλήσει εμπιστευτικά για την κατάσταση της πόλης. Και της εκμυστηρεύτηκε πως είχε έναν φίλο στο υπουργείο...»

- «Τι της είπε δηλαδή;»

- «Περίπου τα ίδια με αυτά που συζητάμε. Πως είναι όλοι θεότρελοι εδω πέρα, πως κάποιος πρέπει να κάνει κάτι, πως σκεφτόταν να επικοινωνήσει με την κυβέρνηση κ. τ. λ. Εγώ αν ήμουν στη θέση σας θα την κοπανούσα»

- «Η αλήθεια είναι ότι κατά τα μεσημεριανά γεύματα με την ηγεσία αυτού του καταραμένου τόπου, άρχισα να συνειδητοποιώ την ύπαρξη σημαντικών προβλημάτων και μυστήριων συμπεριφορών. Ο προηγούμενος γιατρός πότε εξαφανίστηκε;»

- «Σας το είπα: πριν από τέσσερις εβδομάδες-μετά την τελευταία μας συνάντηση»

- «Τι; ; ;»

- «Ναι, πριν από τέσσερις βδομάδες βρισκόμουν εδώ στην ίδια καρέκλα και είχα απέναντί μου τον προηγούμενο γιατρό»

- «Γιατί;»

- «Εκείνο το πρωινό είχα πυροβολήσει τον σκύλο του πρώην δημάρχου υπό παρόμοιες συνθήκες»

- «Μα πόσες φορές έχετε πυροβολήσει αυτόν τον σκύλο;»

- «Ήταν άλλος σκύλος αυτός. Όπως φαίνεται, τα καθάρματα έχουν αποφασίσει να εντείνουν τις προσπάθειές τους. Γι'αυτό σας είπα ότι αυτή τη φορά σημάδευα τον πρώην δήμαρχο. Εντούτοις, υποψιάζομαι πως είναι οι άλλοι που τον κούρδισαν και τον έστειλαν σε αυτή την επίθεση για να σκοτωθεί. Ξέρετε... μ'ένα σμπάρο δύο τρυγόνια: και πάπαλα ο τρελός με τα κρυμμένα ντοκουμέντα και εγώ ο απροσάρμοστος ενοχλητικός στο ψυχιατρείο. Ίσως πάλι ο τρελός να βαρέθηκε όλες αυτές τις μαλακίες και ν'αποπειράθηκε ν'αυτοκτονήσει. Την προηγούμενη φορά τον είχα προε ιδοποιήσει. Βέβαια... ποτέ δεν μπορείς να είσαι σίγουρος για τα κίνητρα όλων αυτών των ηλιθίων, αν και για μένα είναι ξεκάθαρα»

Ο ψυχίατρος ακούμπησε την πλάτη του στην πολυθρόνα και κοίταξε έντρομος άπ'το παράθυρο την γραμματέα του που έφευγε βιαστικά. Άναψε με χέρι τρεμάμενα ένα τσιγάρο και έδειξε με το κεφάλι του στον άνδρα την γυναίκα-αράχνη:

- «Που να πηγαίνει άραγε;»

- «Στην κηδεία. Και μετά θα πάει στο εστιατόριο για να βρει την υπόλοιπη συμμορία. Το σενάριο επαναλαμβάνεται...»

Ο γιατρός, αρχίζοντας να συνειδητοποιεί καλά τις εφιαλτικές συνθήκες, ρούφηξε με μια τζούρα το μισό τσιγάρο και κοίταξε κατατρομοκρατημένος τον άνδρα με το κόκκινο μούσι.

- «Εσείς τι λέτε ότι πρέπει να κάνω;»

- «Μα τι με ρωτάτε γιατρέ; Συγκεντρωθείτε και μάθετε να ακούτε. Σας είπα... το σενάριο επαναλαμβάνετε. Εσείς δεν πρέπει να την πατήσετε όπως ο προηγούμενος γιατρός που προσπάθησε να το παίξει έξυπνος και πήγε στο σπίτι του νυν δημάρχου για να συζητήσουν. Να εξαφανιστείτε πριν σας εξαφανίσουν. Και γρήγορα. Έχετε οικογένεια εδώ;»

- «Ναι»

- «Που είναι;»

- «Στο σπίτι»

- «Μπείτε στο αμάξι και τρέξτε να την πάρετε και να φύγετε από εδώ»

- «Και ' σείς;»

- «Μην ανησυχείτε για μένα. Κάτι θα σκεφτώ. Εγώ ξέρω πως θα τους αντιμετωπίσω αυτούς τους θεότρελους. Εσείς δεν είστε έτοιμος. Εξάλλου η πόλη μπορεί να ανανήψει. Το πιστεύω. Εσείς όμως να φύγετε και γρήγορα. Περαιτέρω καθυστερήσεις μπορεί να αποβούν μοιραίες. Και να είστε γενικά πιο προσεχτικός»

- «Αγαπητέ φίλε σας ευχαριστώ»
είπε ο γιατρός αναστατωμένος και έσφιξε και με τις δύο παλάμες του το χέρι του άνδρα με το κόκκινο μούσι και το πράσινο καπελάκι.

- «Εντάξει, εντάξει. Σας το είπα από την αρχή πως ήθελα να σας βοηθήσω»

- «Ναι, ναι»

απάντησε κατασυγκινημένος ο γιατρός κι έφυγε τρέχοντας, λίγο πριν το σούρουπο αρχίσει να μαγειρεύει το σκοτάδι σε εκείνη την πόλη των τρελών...


Σωτήρης Ανέστης

(Το Α' Μέρος εδώ)


Πηγή: http://www.ramnousia.com/

No comments:

Post a Comment